ΤΙ ΦΑΚΟΥΣ ΦΟΡΑΤΕ;

Νομίζω ότι σε εκείνη την επίσκεψη στον οφθαλμίατρο αφυπνίστηκα. Με έβαλε να καθίσω στην καρέκλα μου και άναψε τον πίνακα με τους αριθμούς και τα γράμματα απέναντί μου. Στην συνέχεια μου έδωσε έναν μαύρο χοντρό σκελετό στον οποίο άρχισε να τοποθετεί φακούς και με ρωτούσε τι έβλεπα. Κάθε φορά που άλλαζε τον φακό έβλεπα πιο καθαρά ή πιο θολά. Ο πίνακας παρέμενε στάσιμος, όπως και εγώ, όμως ο φακός που φορούσα βελτίωνε ή επιδείνωνε την όραση μου. Επιβεβαιώσαμε αμφότεροι πως η οπτική οξύτητα μου είχε μειωθεί και δεν μπορούσα πια να βασίζομαι στην όραση μου. Η λειτουργία του φυσικού φακού μου έφθινε και η διαύγεια μου διαρκούσε όλο και πιο λίγο. Η διόρθωση της όρασης μου ήταν άμεσα επιβεβλημένη με διορθωτικό φακό και όταν με έβαλε να διαλέξω τι φακό προτιμώ, επέλεξα ευτυχώς έναν θετικό φακό. ‘Αλλωστε μπορούσα να διαλέξω όποιον ήθελα. Η ζωή μου άλλαξε ακαριαία.

Είναι γνωστό πως βλέπουμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια μας αλλά τα μάτια μας πολλάκις βλέπουν τον κόσμο μέσα από τον κόσμο των γονιών μας, των συμμαθητών μας, της εποχής μας και πάει λέγοντας. Η γενική αντίληψη που έχει η οικογένεια καθορίζει και την ατμόσφαιρα του σπιτιού και κάπως έτσι μας δίνεται η πρώτη αντίληψη για τον κόσμο που απλώνεται εκεί πέρα, έξω από την οικογένεια. Είναι σημαντική αυτή η πρώτη εικόνα που μας δείχνουν. Τι απεικονίζει; Μας δείχνει την ομορφιά του κόσμου ή την διαφθορά του; Τον θαυμαστό κόσμο της τέχνης, την σοφία της φύσης και τις χαρές της υγειούς σκέψης ή προβάλλει την απομόνωση του ανθρώπου, τον κίνδυνο και τον ανταγωνισμό; Είναι ασπρόμαυρη ή πολύχρωμη; Είναι θολή ή καθαρή; Είναι σταθερή ή δεν μπορεί να εστιαστεί πουθενά; Αυτή η πρώτη εικόνα του κόσμου που βλέπουμε μέσα απο τα μάτια τους οφείλει να επικαιροποιείται καθώς μεγαλώνουμε και να τροποποιείται προς κάτι λειτουργικότερο αν δεν είναι βοηθητική. Την ωραιότητα την δημιουργούμε εμείς. Ο άνθρωπος δίνει μορφή στον ά- μορφο κόσμο και τον κάνει ό-μορφο αν του προσδίδει ολοκληρωμένη μορφή και τάξη ή ά-σχημο, αν του προβάλει χάος και κατά συνέπεια στερείται σχήματος.

 

ΑΧΘΟΦΟΡΟΙ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ ΜΑΣ: ΠΟΣΑ ΚΙΛΑ ΕΙΝΑΙ Η ΒΑΛΙΤΣΑ ΣΑΣ;

Το αισιόδοξο της υπάρξεως είναι πως ακριβώς επειδή προσλαμβάνουμε τον κόσμο δια του βλέμματος μπορούμε να αλλάξουμε την μορφή του καθώς τροποποιούμε την σχέση μας μαζί του. Χωρίς εμάς ο κόσμος δεν υπάρχει και ακριβώς επειδή είναι δημιούργημα του φαντασιακού μας έχουμε την επιλογή να αποδίδουμε στον κόσμο μια ωραιότητα που το βλέμμα μας φέρει πέρα από τον ορθολογισμό μας που πολλές φορές την νεκρώνει. Γιατί ως ζωντανοί νεκροί καταλήγουμε κουρασμένοι καθώς επιδρά επάνω μας η τυρρανία της οικειότητας και χάνουμε την μαγεία του ταξιδιού. Βλέπουμε συνεχώς τα ίδια και τα ίδια, νιώθουμε πως επαναλαμβάνουμε ρομποτικές κινήσεις και η προβλεψιμότητα της, μάς καθιστά αδιάφορους και εν τέλει οκνηρούς. Κάτι σαν να τρως το ίδιο φαγητό συνεχώς, να βλέπεις τον ίδιο κήπο, τα ίδια δένδρα. Η κούραση οδηγεί στην οκνηρία, το ύψιστο αμάρτημα γιατί μετά δεν πράττουμε και παραιτούμαστε από την ίδια την ζωή. Καταλαβαίνω πως δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από το άχθος της ύπαρξης μας, πως πρέπει ο καθείς να κουβαλά την ύπαρξη του, όπως κουβαλά τα 40,50,100 σωματικά κιλά του. Αν τα βιώνω βαριά και κουραστικά, θα νιώθω πως κρατάω μια βαριά ασήκωτη βαλίτσα. Θα νιώθω κουρασμένη και κάθε 4 βήματα θα την αφήνω κάτω ζώντας την ύψιστη αυταπάτη πως μπορώ να την παρατήσω και να απαλλαγώ από το βάρος της. Αυτό όμως είναι αδύνατον  να γίνει, είναι κάτι σαν την σκιά μας από την οποία είναι αδύνατο να απαλλαγούμε όσο και αν την δωροδοκούμε ή της κρυβόμαστε ή την αγνοούμε.

Δεν μπορούμε να εγκαταλείψουμε το βάρος της ύπαρξης μας. Να το κουβαλάμε με οδύνη, πάλι δεν γίνεται. Μήπως να δώσουμε την βαλίτσα μας σε κάποιον άλλον να την σηκώσει αντί για εμάς;  Αυτό γίνεται συχνά στις σχέσεις αλλά κάποιος κουβαλά διπλό βάρος και εντέλει καταρέει. Υπάρχει άλλη λύση λοιπόν; Υπάρχει! Ένα ωραιότατο ταξίδι, μια εσωτερική περιπλάνηση προς κάτι ελαφρύτερο, προς έναν άλλο θαυμαστό κόσμο μέσα από το φαντασιακό μας. Μέσα από θετικούς πολυεστιακούς φακούς, σαν αυτούς που διάλεξα εκείνη την ημέρα.

 

ΤΑΞΙΔΕΥΤΕΣ, ΕΡΑΣΤΕΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ.

Ας υποδεχτούμε τον εαυτό μας ως έναν νέο ταξιδιώτη, έναν ταξιδευτή που όμως δεν είναι τουρίστας καθώς αυτός φτιάχνει τον δρόμο του, δεν τον φτιάχνει ο δρόμος του. Ταξιδιώτες  να γίνουμε, ταξιδευτές προς έναν άλλο ωραιότερο κόσμο, έναν κόσμο προς ανακάλυψη, που με το βλέμμα μας θα τον μεταβάλλουμε και θα τον δημιουργούμε εκ νέου. Κάποιες μέρες που έμεινα στο Παρίσι ακολουθούσα ένα μικρό δρομάκι καθημερινά με άλλα μάτια, τόσο διαφορετικά από την πραγματικότητα, που με εντυπωσίαζε  εκ νέου. Έβλεπα μέσα από το φαντασιακό μου τη μορφή της ωραιότητας που επιθυμούσα να αποδώσω στο δρομάκι. Συμμετείχα, συνδιαμόρφωνα την διαδρομή μου, συνυπήρχα και άλλαζα με την ματιά μου τον κόσμο μου καθώς αφηνόμουν να επηρεαστώ. Στο ουδέτερο δρομάκι έδινα εγώ την ωραιότητα που επέλεγα. Είμαστε δημιουργοί στον τρόπο που επιλέγουμε να βλέπουμε την πραγματικότητα μας.

Μπορούμε να ερωτευτούμε τον κήπο μας καθώς εμείς εναποθέτουμε τα συναισθήματα μας  στον κήπο μας και έτσι αποκτά νόημα ύπαρξης για εμάς.  Δεν είναι ένας κήπος, είναι ο κήπος μας, ο κήπος με τον οποίο σχετιζόμαστε, ο κήπος που παίρνει την μορφή που αποδίδουμε στην σχέση του μαζί μας, είναι ο κήπος που βλέπουμε με τα μάτια της ερωτικής μας υπόστασης που αν δεν έχει θανατωθεί ακόμα εντός μας, μάς δίνει νόημα έρωτος στη ζωή μας. Η ερωτικότητα της ψυχής μας κάνει τον εαυτό μας αθεράπευτα ερωτευμένο με την ψυχή μας. Την καλούμε ως αντικείμενο πόθου γιατί ο εαυτός μας δεν ενδιαφέρεται μόνο για το σώμα αλλά και το πνεύμα, δεν είμαι μόνο γήινος αλλά και υπερβατικός. Αυτό κάνει τον εαυτό μας να πάλλεται με ζωή και να μην είναι στατικός, νεκρός, ψαρίσιος. Αυτός ο πόθος προς αυτό που μας υπερβαίνει, αυτό το άνω θρώσκω, ο έρωτας μας για την υπέρβαση είναι ο θετικός φακός μας που ανακινεί τα ψυχικά φορτία που φέρουμε εντός μας, διαρρηγνύει το πεπρωμένο μας και μας ανοίγει σαν σύστημα καθώς μετέχουμε, πράττουμε και γινόμαστε κάποιοι άλλοι. Μέσα από την επιθυμία μας να αλλάξουμε τον κόσμο με το πράττειν μας, αλλάζουμε και εμείς  ανεξάρτητα από το αν εκπληρώνεται η επιθυμία μας ή αν παραμένει ουτοπική. Κάθε επιθυμία του ανθρώπου  για το πράττειν, γυρίζει σε εκείνον και τον αλλάζει.

Ο κόσμος είναι ο κήπος μας, που εξελίσσεται και ανανεώνεται ανάλογα με το πότισμα και την φροντίδα της ματιάς μας- του κηπουρού. Η ελευθερία μας είναι πως μπορεί να γίνουμε οι κηπουροί των κήπων μας και να μην βάζουμε το αυτόματο πότισμα, που μας κρατά μεν ζωντανούς και κοιμισμένους την νύχτα, αλλά αφαιρεί την συμμετοχή μας και αφήνει την διαδικασία φτωχότερη ως προς την μαγεία της.

 

Να θέλετε! Να επιθυμείτε γιατί η επιθυμία είναι πράξη κι η πράξη είναι κίνηση, είναι ζωή καθώς η επιθυμία και η θέληση μεταμορφώνονται σε επιλογή. Μην υποδέχεστε τον κόσμο ως είναι αλλά ως αυτό που πρέπει να είναι. Με θέληση και επιθυμία κινηθείτε προς τον κόσμο γιατί κίνηση σημαίνει ζωή. Ακινησία σημαίνει θάνατος. Αναχώρηση λοιπόν για έναν άλλο κόσμο, για μια άλλη ομορφιά. Αναχώρηση ΑΠΛΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ για την αναχώρηση. Γίνετε σαν τους ταξιδιώτες που εξερευνούν, σαν τους ταξιδευτές που αποκαλύπτουν κάθε μέρα κάτι άλλο στον χάρτη που χαράσουν με πάθος πέρα από κάθε κοινοτοπία. Αυτοί είναι οι  ευτυχείς εν ζωή γιατί δημιουργούν και προχωρούν σαν τους ερωτευμένους με έρωτα, που ίσως για κάποιους είναι φενάκη, αλλά που πάντα είναι πηγή δημιουργίας.

Το θέμα δεν είναι να κουβαλάμε την μιζέρια μας σε έναν άσχημο κόσμο αλλά να απολαμβάνουμε έναν όμορφο κόσμο. Κι αν δεν υπάρχει; Να τον εφεύρουμε  λοιπόν,(!!!)  με ένα ” ως εαν” , μέσα από την δημιουργική μας φαντασία, μέσα από το φαντασιακό μας σώμα.