Όσοι από εμάς οδηγούν αντιλαμβάνονται την σημασία του να μπορούν να αλλάξουν λάστιχο σε περίπτωση που τους ” πιάσει” μέσα στην νύχτα και την ερημιά καθώς, αν δεν έχουν αυτήν την ικανότητα, θα παραμείνουν ακινητοποιημένοι στο έλεος της οδικής βοήθειας και του σκοταδιού. Για να αλλάξουμε το λάστιχο, δεν χρειάζεται μόνο να έχουμε μια ρεζέρβα και έναν γρύλο, αν και προαπαιτούνται για την επιτυχή έκβαση του εγχειρήματος, οφείλουμε πρωτίστως να ξέρουμε να χρησιμοποιούμε τον γρύλο ανύψωσης του αυτοκινήτου. Η μόνη βεβαιότητα της (οδικής) ζωής μας είναι πως κάποια στιγμή θα σκάσει το λάστιχο μας και θα κληθούμε να αποδείξουμε τις θαυμαστές μας δεξιότητες και τις γνώσεις μας περί μοχλών. Κανείς δεν εξαιρείται από αυτό το διαγώνισμα, αλλά δυστυχώς ελάχιστοι προβιβάζονται, καθώς ελάχιστοι έμαθαν να τους χρησιμοποιούν για να ανυψώνουν τα βάρη τους.

“Δώσε μου πού να σταθώ και την γη θα κινήσω!”

Ο Αρχιμήδης βρήκε τις εξισώσεις ισορροπίας απλών μοχλών και υπολόγισε τα κέντρα βάρους διατυπώνοντας τον νόμο : ” Σύμμετρα μεγέθη ισορροπούν σε αποστάσεις αντιστρόφως ανάλογες προς το βάρος τους.” Ενθουσιασμένος για την ανακάλυψη των δυνατοτήτων των μοχλών είπε την φράση που σήμερα επεξεργαζόμαστε : “ δώσε μου πού να σταθώ και την γη θα κινήσω! Με άλλα λόγια, αν είχε ένα σταθερό μέρος να σταθεί, θα μπορούσε με τον μοχλό του να μετακινήσει τη Γη ολόκληρη. Ένας καθηγητής του Μ.Ι.Τ, ο William Ripley απέδειξε μάλιστα πώς ο ισχυρισμός αυτός ήταν παντελώς ακριβής και πως η γη έχει βάρος 6 περίπου επτάκις εκατομμύρια κιλά και αν το υπομόχλιο του Αρχιμήδη βρισκόταν σε απόσταση ενός μέτρου από την Γη και ο Αρχιμήδης ήταν ένας άνδρας συνηθισμένος, βάρους 72 κιλών, θα όφειλε να σταθεί σε απόσταση τεράστια από την Γη, ώστε να την υψώσει έστω και κατά ένα χιλιοστό. Άρα ο μοχλός θα έπρεπε να είχε μήκος 80 τετράκις εκατομμύρια χιλιόμετρα. ( Η απόσταση Ήλιου και Γης είναι μόλις 130 εκατόμμυρια χιλιόμετρα…)

Διατυπώνει ορθά την αρχή πως το έργο που εκτελείται δίνεται από το γινόμενο της δύναμης επί την απόσταση και αποδεικνύει πως ΟΛΑ τα βάρη σηκώνονται με την σωστή χρήση ενός μοχλού. Εύλογη λοιπόν και απορία που γεννάται και περιμένει απάντηση στο γιατί κάποιοι άνθρωποι, όταν ξεσπάσει η κρίση, αντέχουν την πίεση και άλλοι καταρρέουν από το βάρος της. Γιατί κάποιοι έχουν μεγαλύτερη ψυχική ανθεκτικότητα και άλλοι αποσυντονίζονται και δεν μπορούν να επουλώσουν τα τραύματα τους, όσος χρόνος και αν περάσει; Γιατί ακόμα και στις πιο τραγικές καταστροφές, όπως πόλεμοι ή φυσικές καταστροφές κάποιοι- οι πιο λίγοι είναι η αλήθεια- θα πενθήσουν τις απώλειες και θα ξαναχτίσουν τα πάντα από την αρχή, τόσο στο φυσικό, όσο και στο συναισθηματικό πεδίο και κάποιοι άλλοι θα συνεχίσουν την ζωή τους έχοντας χάσει την σπίθα από τα μάτια τους, ως ζωντανοί νεκροί; Γιατί κάποιοι μετουσιώνουν την αντιξοότητα σε ανθρώπινο μεγαλείο κι σε κάποιους άλλους καταρρέει η συνοχή του κόσμου τους;

Η ανθρώπινη ζωή δεν θέλει δύναμη. Τέχνη θέλει. Μέτρο και τρόπο!

Όλο το θέμα έγκειται στο πώς κουβαλάμε το άχθος της ύπαρξης μας. Είμαστε όλοι αχθοφόροι της υπάρξεως μας και αυτό δεν μπορεί να αλλάξει. Το άχθος μας είναι σαν την σκιά μας, δεν φεύγει από επάνω μας όποιες προσπάθειες και αν κάνουμε για να απαλλαγούμε από το βάρος της. Η μόνη μας επιλογή είναι πώς θα αποφασίσουμε να κουβαλήσουμε το φορτίο της, το βάρος της. Όπως το σώμα μας κουβαλάει τα κιλά μας, έτσι και ο εαυτός μας κουβαλάει το βάρος της υπάρξεως μας από την ημέρα που γεννηθήκαμε μέχρι το τέλος της ζωής μας και αυτό παραμένει αμετάβλητο. Οι απαντήσεις μπορεί να προκύψουν αν αναστοχαστούμε πάνω στην ίδια την ζωή. Το θέμα δεν είναι να απαιτούμε να απαλλαγούμε από την δυστυχία, καθώς αυτό δεν είναι εφικτό, αλλά να αναπτύξουμε μια μεγαλύτερη ικανότητα να αφομοιώνουμε τον κόσμο και τις διεργασίες του. Ο πόνος, το άγχος, οι κακουχίες, η θνητότητα είναι αναπόστατο μέρος της ζωής, σημασία έχει να κατανοήσουμε την ίδια την ζωή και την δυναμική τόσο της ευτυχίας, όσο και της δυστυχίας στην διαδικασία του ζην.

Ας σταματήσουμε επιτέλους να θέλουμε να απαλλαγούμε από την αποσκευή μας. Δεν γίνεται. Ο καθένας κουβαλάει την δική του. Κάποιοι θα τρέξουν βέβαια να μας την πάρουν για να μας ανακουφίσουν, συνήθως οι γονείς και με αυτήν την κίνηση αγάπης, μάς εκπαιδεύουν για την πλήρη μελλοντική κατάρρευση μας, γιατί όταν εκείνοι δεν θα είναι εδώ, δεν θα ξέρουμε πώς να πορευτούμε. Άλλοι θα μας δώσουν την δική τους αποσκευή και εμείς θα προσφερθούμε να την σηκώσουμε για χάρη τους, γιατί έτσι γινόμαστε αρεστοί και χαριτωμένοι, αλλά γρήγορα θα κουραστούμε να κουβαλάμε δύο βαλίτσες και θα καταρρεύσουμε θυμωμένοι και πικραμένοι που δεν μας δόθηκε ο απαραίτητος σεβασμός. Άλλες φορές πάλι θα δώσουμε εμείς την δική μας βαλίτσα σε κάποιον άλλον για να απαλλαγούμε από την ταλαιπωρία και για να διασκεδάσουμε ανάλαφρα κι εφηβικά χωρίς ευθύνες, όμως όταν τελειώσει το πάρτυ ανηλικιότητας θα ψάχνουμε στα απωλεσθέντα την αποσκευή μας χωρίς να μπορούμε να εντοπίσουμε πού πήγε, ποιος την πήρε, τι την έκανε…

Το βάρος της ύπαρξης μας άλλες φορές βιώνεται πιο βαρύ και άλλες πιο ελαφρύ. Κάποιες στιγμές χρειαζόμαστε βοήθεια γιατί δεν μπορούμε να σηκώσουμε την βαλίτσα μας μόνοι μας. Τότε μοιραζόμαστε αυτό το βάρος και μιλάμε για αυτό συντονισμένοι με το μέγεθος της απόγνωσης μας. Εκείνες τις δύσκολες στιγμές νιώθουμε συμπόνεια για τον εαυτό μας και μάς φροντίζουμε πάντα με αγάπη, αλλά χωρίς ποτέ να μάς λυπόμαστε, απλά με μεγάλο σεβασμό, αργά βήματα και συνειδητή προσπάθεια αποδεχόμαστε τα τετελεσμένα και προχωράμε. Είναι διαδικασία η αυτοπραγμάτωση χωρίς τελειωμό και πρέπει να την εμπιστευόμαστε. Είναι διεργασία το πένθος, επώδυνη και χρονοβόρα, αλλά έχει πάντα τέλος και πρέπει να την ολοκληρώνουμε.

Το περιεχόμενο της βαλίτσας μας επηρεάζει το βάρος της. Ο τρόπος που την κουβαλάμε επηρεάζει τον τρόπο που πορευόμαστε. Θα αφήνουμε πάντα στην άκρη τις ακραίες καταστάσεις , όπου η βασική στοιχειώδης ανάγκη μας για ασφάλεια, για στέγη, για τροφή και προστασία από τους κινδύνους έχει διασαλευτεί, γιατί την στιγμή της μεγάλης κρίσης, όπως έχουμε πει, όταν γίνεται σεισμός ή μας κυνηγάει το λιοντάρι δεν έχουμε χρόνο να ανοίξουμε τον υπολογιστή, να διαλέξουμε κατάλληλα άρθρα και να νοηματοδοτήσουμε την εμπειρία μας. Αυτό γίνεται αργότερα όταν η βασική ασφάλεια έχει αποκατασταθεί. Η συζήτηση μας αφορά στο σήμερα, που παρόλο που έχουμε επαρκές φαγητό, σπίτι, χωράφια, χρήματα, όλοι εμείς συνεχίζουμε να νιώθουμε ανασφαλείς. Αφορά εμάς που έχουμε αυτοκίνητο και μοχλό αλλά παραμένουμε φοβικοί, επειδή έχουμε επίγνωση πως δεν γνωρίζουμε πώς να τον χρησιμοποιούμε.

Τι κάνουμε όταν ξεσπά η κρίση;

Αυτό που απαιτείται πάντα είναι να έχουμε στο δισάκι μας τον μοχλό μας, γιατί χωρίς αυτόν είμαστε ακινητοποιημένοι κάτω από το βάρος της υπάρξεως μας. Ο μοχλός της διάκρισης είναι το εργαλείο της σωτηρίας μας. Είναι το κλειδί που αποκρυπτογραφεί την πραγματικότητα που συγκροτεί τον κόσμο μας. Αξιολογεί τις συνθήκες, δίνει προτεραιότητα στις τρέχουσες ανάγκες. Αφήνει για αργότερα τις δευτερεύουσες. Το κλειδί της διάκρισης κάνει το αόριστο και γενικό, συγκεκριμένο και ειδικό. Προτείνει την λύση. Είναι το κλειδί που μας δίνει χρόνο να αναρρώσουμε. Να αξιολογήσουμε τις απώλειες, να επεξεργαστούμε τα συναισθήματα με σεβασμό στην διαδικασία και στον χρόνο που απαιτεί ο καθένας μας.

Την στιγμή της κρίσης είμαστε παρόντες. Δεν αρνούμεθα τα αρνητικά συναισθήματα, προσπαθούμε να τα υπερβούμε. Είμαστε σε επαφή, αλλά δεν αφηνόμαστε στο έλεος της κατηφορικής σπείρας της θλίψης και της κατήφειας. Βιώνουμε όσο πιο κοντά και κρυστάλλινα μπορούμε τον εαυτό μας και τα συναισθήματα του πόνου, αλλά προσπαθούμε, όταν ο χρόνος παρέλθει, να φωτίσουμε την μικρή φωνή μας, που μας ζητά να προχωρήσουμε και να μην αφεθούμε να μας καταβάλλουν οι περιστάσεις. Δεν πρόκειται φυσικά για παιδιάστικη ανάγκη ανακούφισης ή  αποταύτιση από την πραγματικότητα, πρόκειται για ρεαλιστική αισιοδοξία, ικανότητα να δούμε την έξοδο στο τούνελ και με υπευθυνότητα απέναντι στον εαυτό μας να βαδίσουμε εμπρός. Πρέπει να ανταποκρινόμαστε σε κάθε δυσκολία, όχι να αντιδρούμε. Να πιστεύουμε πως μπορούμε να σηκώσουμε τον ένα τόνο που ζυγίζει το αυτοκίνητό μας, αρκεί να τοποθετήσουμε στο σωστό σημείο τον μοχλό. Να λαμβάνουμε γενναιόδωρα βοήθεια, όταν την χρειαζόμαστε και να προσφέρουμε την δική μας όταν μας χρειάζονται. Ίσως τότε μάθουμε πώς όλα είναι στην ερμηνεία που τους δίνουμε, όχι στην ίδια την πραγματικότητα.

Είμαστε όλοι αχθοφόροι της ύπαρξης μας. Ο τρόπος που θα κουβαλήσουμε την αποσκευή μας εναπόκειται στο νόημα που δίνουμε στην ίδια την ζωή και την αξία της. Ο μοχλός που χρησιμοποιούμε είναι η ματιά του φαντασιακού μας εαυτού, που υπερβαίνει την πραγματικότητα και ανυψώνει κάθε άχθος της.

Το να βρούμε έναν υπαρξιακό τρόπο διαβίωσης, να βρούμε νόημα, αλήθεια και σκοπό, είναι ο μόνος τρόπος να αφήσουμε το προσωπικό μας αποτύπωμα πάνω στην γη και να κάνουμε το ταξίδι να αξίζει. Ο καθένας έχει το δικό του φορτίο να σηκώσει και για όσο φέρουμε μαζί μας τον σωστό μοχλό, που είναι ο ρεαλισμός με μια δόση ιδεαλισμού και υπέρβασης, μπορούμε να κατορθώσουμε τα θαυμαστά στην νέα τέχνη της ζωής, όπου πρωτεύει η ενδυνάμωση του εαυτού με ποιότητες υψηλές, που να μπορούν να στηρίξουν την διαδρομή μας με θάρρος και δύναμη ψυχής.